Conquering Kilimanjaro: A Maritime Leader’s Unyielding Journey to Africa’s Highest Peak

Σε ένα εξαιρετικό κατόρθωμα που συνδυάζει την ανθεκτικότητα που απαιτείται τόσο στον ναυτιλιακό κόσμο όσο και στα άγρια ύψη της Αφρικής, ο Καπετάνιος Ματθαίου Δημήτριος, Διευθύνων Σύμβουλος της Arcadia Shipmanagement και Πρόεδρος του Green Award Foundation, πέτυχε κάτι που λίγοι μπορούν να ισχυριστούν—την κατάκτηση της κορυφής του Όρους Κιλιμάντζαρο. Ως πρωτοπόρος στη ναυτιλιακή βιομηχανία της Ελλάδας, αυτό το επίτευγμα δεν αναδεικνύει μόνο ένα προσωπικό ορόσημο, αλλά αποτελεί και μαρτυρία της ακατάβλητης αποφασιστικότητας που χαρακτηρίζει την ηγεσία σε απαιτητικά περιβάλλοντα. 

Το Όρος Κιλιμάντζαρο, με ύψος 5.895 μέτρων, είναι μία από τις Επτά Κορυφές, τις υψηλότερες κορυφές σε κάθε μία από τις επτά ηπείρους. Η ανάβαση στην κορυφή του αποτελεί μια αυστηρή δοκιμασία αντοχής, θέλησης και ψυχικής αντοχής—ποιότητες που ο Καπετάνιος Ματθαίου Δημήτριος έχει επιδείξει συνεχώς κατά τη διάρκεια μιας διακεκριμένης καριέρας στη ναυτιλιακή βιομηχανία. 

Αυτή η ανάβαση είναι κάτι παραπάνω από ένα φυσικό επίτευγμα· συμβολίζει τις ευρύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ηγέτες που δοκιμάζονται σε πολύπλοκα και συχνά επικίνδυνα νερά, είτε αυτά βρίσκονται στις προκλήσεις της Ναυτιλιακής Βιομηχανίας, είτε στην ψηλότερη κορυφή της Αφρικής. Οι παραλληλισμοί μεταξύ της ηγεσίας μιας παγκόσμιας ναυτιλιακής εταιρείας και της κατάκτησης μιας από τις πιο δύσκολες κορυφές του πλανήτη είναι εντυπωσιακοί, αντικατοπτρίζοντας μια νοοτροπία που δεν αποθαρρύνεται από τα εμπόδια και καθοδηγείται από μια ακλόνητη δέσμευση για επιτυχία. 

Αυτό το αξιοθαύμαστο ταξίδι αποτελεί πηγή έμπνευσης, όχι μόνο για την ναυτιλιακή κοινότητα, αλλά και για όλους όσοι αγωνίζονται να υπερβούν τα όριά τους, αψηφώντας τις πιθανότητες και επιτυγχάνοντας το μεγαλείο. Η ανάβαση του  
Capt. Ματθαίου Δημητρίου στο Κιλιμάντζαρο είναι μια ισχυρή υπενθύμιση ότι, με αφοσίωση, προετοιμασία και τη σωστή νοοτροπία, ακόμη και τα ψηλότερα βουνά μπορούν να κατακτηθούν.  

Δείτε παρακάτω την λεπτομερή αφήγηση αυτής της απίστευτης και εξαιρετικής αποστολής—μιας περιπέτειας που δοκίμασε τα όρια της αντοχής και της ανθεκτικότητας, όπου κάθε βήμα προς την κορυφή αντικατοπτρίζει την επιμονή και τη δύναμη, που ορίζει την αληθινή ηγεσία και τελικά οδήγησε στην επιτυχημένη κατάκτηση του Κιλιμάντζαρο. 

Φτάνοντας στην Κορυφή του Κιλιμάντζαρο: Ένα Ταξίδι Αντοχής, Μεταμόρφωσης και Ευγνωμοσύνης

Μετά από τις εξαιρετικά επιτυχημένες αναβάσεις μου στο Βουνό των Θεών, και συγκεκριμένα στις δύο υψηλότερες κορυφές του Ολύμπου (Μύτικας στα 2.918 μέτρα και Σκολιό στα 2.905 μέτρα), καθώς και στο δεύτερο υψηλότερο βουνό της Ελλάδας, τον Σμόλικα στα 2.637 μέτρα, πραγματοποίησα άλλο ένα αξιοσημείωτο ταξίδι. Αυτή τη φορά κατέκτησα το ψηλότερο βουνό της Αφρικής, το όρος Κιλιμάντζαρο στην Τανζανία, το οποίο ανήκει στις Επτά Κορυφές ( seven Summits)—τα ψηλότερα βουνά σε κάθε μία από τις επτά ηπείρους της Γης.

Η Τανζανία είναι μια χώρα της Ανατολικής Αφρικής με έκταση 945.087 τετραγωνικά χιλιόμετρα, συμπεριλαμβανομένων των νησιών Μάφια, Πέμπα και Ζανζιβάρη. Η Τανζανία μοιράζεται με τις γειτονικές της χώρες δύο από τις μεγαλύτερες λίμνες της Αφρικής: τη Λίμνη Βικτόρια στον βορρά και τη Λίμνη Τανγκανίκα στη δύση.

Το ένα τρίτο της χώρας αποτελείται από εθνικά πάρκα και καταφύγια θηραμάτων. Στα σύνορά της βρίσκεται το υψηλότερο βουνό της Αφρικής, το Κιλιμάντζαρο. Το Κιλιμάντζαρο βρίσκεται στη βορειοδυτική Τανζανία, κοντά στον Ισημερινό. Είναι ένας απομονωμένος ηφαιστειακός ορεινός όγκος με δύο κορυφές, εκ των οποίων η ψηλότερη, το Κίμπο (5.895 μέτρα), είναι η υψηλότερη κορυφή της Αφρικής, συνδεδεμένη με τη δεύτερη κορυφή, τη Μαβένζι (5.149 μέτρα), μέσω ενός αυχένα. Το Κίμπο είναι ο κρατήρας ενός ηφαιστείου που βρίσκεται σε φάση οριστικής σβέσης, ενώ η Μαβένζι είναι επίσης κρατήρας ενός σβησμένου ηφαιστείου, που κάποτε ήταν ψηλότερο αλλά έχει διαβρωθεί. Και οι δύο κορυφές καλύπτονται από παγετώνες, οι οποίοι είναι οι μοναδικοί κοντά στον Ισημερινό. Ο παγετώνας του Κίμπο κατεβαίνει μέχρι τα 4.900 μέτρα.

Οι χαμηλότερες ζώνες του βουνού, από τα 3.000 έως τα 2.000 μέτρα υψόμετρο, καλύπτονται από παρθένα δάση, ενώ οι ακόμη χαμηλότερες περιοχές αποτελούν εξαιρετικές εκτάσεις καλλιέργειας.

 

Κατακτώντας την Κορυφή: Ένα Ταξίδι Πέρα από τα Όρια

Έχουν περάσει περισσότερες από 20 ημέρες από το πρωινό της 2ας Αυγούστου 2024, όταν, μαζί με τον συν-ορειβάτη Γιάννη Ρήγο,τον Έλληνα οδηγό μας Γεώργιο Ράιο,και τον Τανζανό αρχηγό της αποστολής μας Seleman  φτάσαμε στην κορυφή του Gilman’s Point στα 5.685 μέτρα στον κρατήρα Kibo του όρους Κιλιμάντζαρο στην Τανζανία. Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα ταξίδια που αφήνουν βαθιές εντυπώσεις μέσω των εμπειριών, των εικόνων και των μαθημάτων που προσφέρουν, όσα ζήσαμε συνεχίζουν να αναπαράγονται στο μυαλό μας επίμονα, σαν να συνέβησαν χθες.

Το όρος Κιλιμάντζαρο είναι ο μεγαλύτερος «συμπαγής όγκος» στον κόσμο, δηλαδή είναι το ψηλότερο βουνό που στέκεται μόνο του, χωρίς να αποτελεί μέρος κάποιας οροσειράς. Βρίσκεται στη βορειοανατολική Τανζανία, ακριβώς δίπλα από τα σύνορα της χώρας με την Κένυα. Κάθε χρόνο, πολλοί  πεζοπόροι και ορειβάτες επιχειρούν να το κατακτήσουν, ζώντας ταυτόχρονα τη μοναδική εμπειρία της διάσχισης όλων των ζωνών βλάστησης του πλανήτη μέσα σε λίγες ημέρες—από τα τροπικά δάση μέχρι τα σεληνιακά-αλπικά τοπία της κορυφής. Ωστόσο, λιγότεροι από τους μισούς επιτυγχάνουν αυτό το εγχείρημα (περίπου 40-45%).

Υπάρχουν επτά διαδρομές για να ανέβει κανείς στο Κιλιμάντζαρο. Η ομάδα μας επέλεξε να ακολουθήσει τη διαδρομή Marangu (γνωστή και ως Coca-Cola Route), μια διαδρομή  73 χιλιομέτρων που θεωρείται η πιο δύσκολη αλλά και η συντομότερη μη επιτρέποντας τον επαρκή εγκλιματισμό των ορειβατών —τη διαδικασία δηλαδή που χρειάζεται το σώμα για να προσαρμοστεί στο συνεχώς αυξανόμενο υψόμετρο, χωρίς να υποκύψει στην «ασθένεια του μεγάλου υψομέτρου», τον μεγαλύτερο εχθρό των ορειβατών στα ψηλά βουνά λόγω της σταδιακής έλλειψης οξυγόνου. Αυτή η διαδρομή είναι όχι μόνο η πιο δύσκολη αλλά και η πιο όμορφη, καθώς κινείται περιμετρικά της νοτιοδυτικής πλευράς του βουνού και προσφέρει τη δυνατότητα να δει κανείς το πλήρες μεγαλείο της φυσικής του ομορφιάς. Κάθε μέρα ήταν σαν να περπατούσαμε σε έναν άλλο πλανήτη, με τελείως διαφορετικά τοπία να ξετυλίγονται μπροστά μας καθώς προχωρούσαμε από καταυλισμό σε καταυλισμό.

 

Σφυρηλατημένοι από την Αποφασιστικότητα: Το Εξάμηνο Ταξίδι προς την Επίτευξη της Κορυφής

Η επιτυχημένη ανάβαση στο Κιλιμάντζαρο ήταν η αποκορύφωση έξι μηνών εντατικής προετοιμασίας, που χαρακτηριζόταν από καθημερινή, σκληρή προπόνηση και αδιάκοπη αποφασιστικότητα. Κάθε μέρα, ωθούσαμε τα σώματά μας στα όριά τους, συμμετέχοντας σε απαιτητικές προπονήσεις που δοκίμαζαν την αντοχή, τη δύναμη και την ανθεκτικότητά μας. Ανεβαίναμε σε κορυφές βουνών, συχνά υπό δύσκολες συνθήκες, για να προσομοιώσουμε τις σωματικές και πνευματικές απαιτήσεις που θα αντιμετωπίζαμε στο Κιλιμάντζαρο. Αυτή η προετοιμασία δεν αφορούσε μόνο την οικοδόμηση σωματικής δύναμης. Αφορούσε επίσης την καλλιέργεια της ψυχικής αντοχής που χρειαζόταν για να ξεπεράσουμε τις προκλήσεις του μεγάλου υψομέτρου και της ακραίας κόπωσης. Το ταξίδι προς την κορυφή ξεκίνησε πολύ πριν πατήσουμε το πόδι μας στο βουνό, με κάθε προπόνηση, κάθε ανάβαση και κάθε στιγμή αυτοπειθαρχίας να συμβάλλει στην επιτυχία μας.

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ – ΗΜΕΡΑ 1

Ξεκινήσαμε το ταξίδι μας το απόγευμα της 29ης Ιουλίου, αμέσως μετά την άφιξή μας στο αεροδρόμιο Κιλιμάντζαρο. Γνωρίσαμε τον οδηγό μας, έναν  εξαιρετικό και αφοσιωμένο  επαγγελματία , τον Seleman. Στην είσοδο του Εθνικού Πάρκου Κιλιμάντζαρο, στην πύλη Marangu   σε υψόμετρο 1.780 μέτρων ενώ ασχολούμασταν με τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, γνωρίσαμε επίσης τους αχθοφόρους και τον μάγειρα, οι οποίοι προσλαμβάνονται  από τις εταιρείες που διοργανώνουν τις ορειβασίες για να κουβαλούν κυριολεκτικά πάνω στα κεφάλια τους και τις πλάτες τους τις αποσκευές των πελατών και όλο τον εξοπλισμό για το κάμπινγκ και την αναρρίχηση. Αυτό επιτρέπει στους συμμετέχοντες να επικεντρωθούν αποκλειστικά στην ανάβαση και τον εγκλιματισμό τους. Ντυμένοι με ρούχα που συνήθως τους έχουν παραχωρηθεί από πελάτες και είναι εμφανώς παλιά και αταίριαστα (κυρίως πολύ μεγάλα, καθώς είναι όλοι εξαιρετικά αδύνατοι), φορώντας παπούτσια που εμείς θα τα θεωρούσαμε με το ζόρι κατάλληλα για πέταμα, αυτοί οι αξιόλογοι άνθρωποι κουβαλούν τα πάντα—από φιάλες υγραερίου για το μαγείρεμα μέχρι φρούτα, λαχανικά, μαγειρικά σκεύη και διάφορα άλλα υλικά και τροφές—τρέχοντας μπροστά στο επόμενο καταφύγιο, όχι για να ξεκουραστούν, αλλά για να βρουν νερό, να το βράσουν, να το φιλτράρουν και να προετοιμάσουν τα πάντα ώστε όταν φτάσουμε, κουρασμένοι και εξαντλημένοι, να βρούμε τα πάντα έτοιμα, φαγητό ακόμη και ζεστό νερό για να πλύνουμε τα χέρια μας.

Αυτοί οι αξιοθαύμαστοι άνθρωποι, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της βιομηχανίας πεζοπορίας στο Κιλιμάντζαρο (χωρίς αυτούς το βουνό δεν θα ήταν τόσο προσβάσιμο, κουβαλούν 20 κιλά ο καθένας πάνω στα κεφάλια και τις πλάτες τους και αμείβονται με το “τεράστιο” ποσό των 15-20 δολαρίων την ημέρα. Μόλις πριν από λίγα χρόνια, έκαναν όλα αυτά χωρίς να τους παρέχεται ο απαραίτητος εξοπλισμός (σακίδια, υπνόσακοι, σκηνές κ.λπ.) για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης.

Παρά αυτές τις δυσκολίες, συνεχίζουν να εκτελούν τη δουλειά τους με μια ήρεμη αξιοπρέπεια, η δύναμη και η αντοχή τους είναι απαράμιλλες, διασφαλίζοντας ότι οι ορειβάτες μπορούν να βιώσουν την ομορφιά και την πρόκληση του Κιλιμάντζαρο. Είναι μια σκληρή υπενθύμιση των ανισοτήτων στον κόσμο μας, όπου αυτοί που εργάζονται σκληρότερα συχνά λαμβάνουν τα λιγότερα. Αυτή η πραγματικότητα μας άφησε με ένα βαθύ αίσθημα ευθύνης να αναγνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε τις προσπάθειές τους και να υποστηρίξουμε καλύτερες συνθήκες και δικαιότερη αμοιβή για αυτούς τους αφανείς ήρωες του βουνού.

Μετά από αυτή την εισαγωγή στους αχθοφόρους, τον “στρατό” του Κιλιμάντζαρο, ξεκινήσαμε την πεζοπορία μας. “Pole pole” στα Σουαχίλι σημαίνει “σιγά σιγά”. Αυτό είναι το σύνθημα του βουνού. Αργά, σταθερά βήματα για να αποφύγεις την εξάντληση του σώματός σου και να εγκλιματιστείς καλύτερα στο υψόμετρο. Αυτή ήταν η ρουτίνα μας κάθε μέρα, από καταυλισμό σε καταυλισμό, πεζοπορώντας 6-10 ώρες καθημερινά, και καθώς κερδίζαμε υψόμετρο και η ανάσα μας γινόταν πιο κοφτή, και η κλίση γινόταν πιο απότομη, κινούμασταν ακόμα πιο αργά. Ο χώρος εδώ είναι πολύ περιορισμένος για να μπούμε σε λεπτομέρειες και να περιγράψουμε αυτά που ζούσαμε  κάθε μέρα. Υπάρχουν τόσα πολλά που θα μπορούσε να γράψει κανείς για τις καθημερινές μας εμπειρίες, τις συνεχείς εκδηλώσεις φυσικής και απόκοσμης ομορφιάς που μας προσέφερε αυτός ο γίγαντας της Αφρικής. Ξεκινήσαμε την ανάβαση, περνώντας το πρώτο μέρος του βουνού μέσα από μια ζούγκλα, με μαϊμούδες να χορεύουν πάνω από τα κεφάλια μας, μέχρι να φτάσουμε στο καταφύγιο Mandara, σε υψόμετρο 2.700 μέτρων, όπου και διανυκτερεύσαμε.Εδώ είδαμε το μοναδικό “Giant Senecio Kilimanjari”, ένα σπάνιο ενδημικό δέντρο, και τα φυσικά γλυπτά από πηγμένη λάβα γύρω μας, και σκεφτήκαμε, “Αυτά πρέπει να τα φύτεψε κάποιος άλλος θεός εδώ.”

Η εμπειρία μας μέσα στην πυκνή ζούγκλα ήταν κάτι το μαγικό και απόλυτα καθηλωτικό. Από τη στιγμή που μπήκαμε στο δάσος, αισθανθήκαμε την έντονη υγρασία να μας περιβάλλει, και οι ήχοι των ζώων και των πουλιών γέμισαν τον αέρα, δημιουργώντας μια συμφωνία απόλυτης αρμονίας με τη φύση. Τα ψηλά δέντρα υψώνονταν επιβλητικά πάνω από τα κεφάλια μας, τα πυκνά τους φύλλα σχηματίζοντας ένα φυσικό θόλο που εμπόδιζε το φως του ήλιου να φτάσει στο έδαφος.

Η ζούγκλα είχε ένα πλούσιο άρωμα που συνδύαζε τη μυρωδιά του βρεγμένου χώματος με τις γλυκές, γήινες νότες των λουλουδιών και των φυτών. Κάθε βήμα μας συνοδευόταν από τον ήχο των ξεραμένων φύλλων που θρυμματίζονταν κάτω από τα πόδια μας, ενώ οι μακρινές φωνές των ζώων μας υπενθύμιζαν συνεχώς ότι ήμασταν φιλοξενούμενοι σε αυτόν τον αρχαίο κόσμο.

Η επαφή μας με τη ζούγκλα δεν ήταν απλώς μια πεζοπορία. Ήταν μια βαθιά εμπειρία σύνδεσης με τη φύση, μια υπενθύμιση της απίστευτης ποικιλομορφίας και ομορφιάς που υπάρχει στον κόσμο μας, και μας έκανε να νιώσουμε ευγνωμοσύνη για κάθε στιγμή που ζήσαμε εκεί.

ΗΜΕΡΑ 2:

Νωρίς το πρωί, στο καταφύγιο Mandara, ενώ φαινόταν ότι όλοι κοιμούνταν ακόμα, κάποιοι ήταν ήδη έτοιμοι να ξεκινήσουν τη δεύτερη μέρα τους σε αυτό το παρθένο μέρος για να φτάσουν στο καταφύγιο Horombo στα 3.700 μέτρα. Μετά από περίπου δύο ώρες σκληρής ανηφορικής πεζοπορίας, αντικρίσαμε το επιβλητικό Mawenzi, να στέκεται μόνο του ανάμεσα στη χαμηλή βλάστηση στα 5149 μέτρο υψόμετρο. Το απόγευμα φτάσαμε στο καταφύγιο Horombo, σε υψόμετρο 3.700 μέτρων, όπου θα ξεκουραζόμασταν για τη νύχτα.

Το τρίτο καταφύγιο, το Horombo στα 3.700 μέτρα, ήταν το πιο όμορφο. Φωλιασμένο ανάμεσα σε αμέτρητα Giant Senecio, με απίστευτη θέα από τη μία πλευρά προς το Moshi (την πόλη εκκίνησης στους πρόποδες του βουνού) και από την άλλη στους παγετώνες του Kibo, έμοιαζε σαν ένα μικρό, αλλά άξιο έπαθλο για τις προσπάθειές μας μέχρι εκείνο το σημείο, αλλά ταυτόχρονα σηματοδοτούσε και ένα σημείο καμπής: το πιο εύκολο μέρος είχε τελειώσει.

ΗΜΕΡΑ 3 – ΗΜΕΡΑ ΕΓΚΛΙΜΑΤΙΣΜΟΥ

10:00: Μετά από έναν ήσυχο ύπνο στο καταφύγιο Horombo, σε υψόμετρο 3.700 μέτρων, έφτασε μια χαλαρή αλλά σημαντική μέρα εγκλιματισμού. Φάγαμε ένα ελαφρύ πρωινό και ξεκινήσαμε την ημέρα μας γεμάτοι ενέργεια και καλή διάθεση. Αρχίσαμε την ανάβαση και μετά από 2 ώρα φτάσαμε σε ένα πολύ όμορφο και μοναδικό μέρος, όπου οι βράχοι φαίνεται να ζήλεψαν τις ρίγες μιας ζέβρας—τα Zebra Rocks, που βρίσκονται σε υψόμετρο 4.200 μέτρων.

Η τοποθεσία των Zebra Rocks είναι μαγική, βρίσκεται σε ηφαιστειογενές έδαφος με χαμηλή βλάστηση, όπου είδαμε μαρμότες να τρέχουν γύρω μας. Για την ενημέρωσή σας, τα Zebra Rocks είναι ένα πολύ δημοφιλές σημείο για τους ορειβάτες της διαδρομής Marangu, καθώς είναι ένα βασικό μέρος του ταξιδιού για τον εγκλιματισμό στο υψόμετρο πριν φτάσουν στην πολυπόθητη κορυφή του Κιλιμάντζαρου, που βρίσκεται σε υψόμετρο 5.895 μέτρων. Αφού θαυμάσαμε το μαγευτικό τοπίο, ξεκινήσαμε τον δρόμο της επιστροφής προς το καταφύγιο Horombo. Εκεί, απολαύσαμε ένα χορταστικό μεσημεριανό, χαλαρώσαμε και κοιμηθήκαμε νωρίς.

ΗΜΕΡΑ 4:

Η τέταρτη μέρα είναι μια μετάβαση από τη χαμηλή βλάστηση σε απέραντα, ανεμοδαρμένα τοπία. Καθώς πλησιάζεις στον προορισμό σου για  το καταφύγιο Kibo, σε υψόμετρο 4.700 μέτρων αρχίζεις να επιθυμείς να αγγίξεις την κορυφή του Κιλιμάντζαρο.

Σε αυτό το  τελευταίο καταφύγιο πριν από την κορυφή, σε υψόμετρο 4.700 μέτρων, νιώσαμε σαν να είχε κοπεί τελείως η παροχή οξυγόνου. Οποιαδήποτε πιο γρήγορη κίνηση και ένιωθες ότι ήσουν κοντά στην κατάρρευση. Η κλίση ήταν τρελή, και το οξυγόνο σχεδόν ανύπαρκτο. Όσο και αν άνοιγες το στόμα σου—σαν σαγόνι κροκοδείλου  (καθώς ένιωθες ότι το οξυγόνο που έπαιρνες από την μύτη δεν επαρκούσε)—δεν μπορούσες να πάρεις μια καλή ανάσα. Το τοπίο γύρω μας, καμένο από τη λάβα της ιστορίας, ήταν νεκρό, σεληνιακό, έτοιμο να υποδεχτεί τα οστά μας. Όποιος μας έβλεπε εκεί στα τελευταία μέτρα του μονοπατιού, θα νόμιζε ότι δεν μας είχε απομείνει ζωή. Ωστόσο, αργά αλλά σταθερά, φτάσαμε στο καταφύγιο, μια σωρός από βράχους και πέτρες “διακοσμημένη” με κάποιες σκηνές. Μετά από ένα σύντομο άνοιγμα του καιρού, που μας χάρισε μια όμορφη σκηνή ηλιοβασιλέματος πάνω από τα πορτοκαλί σύννεφα, λίγο πριν πέσει το σκοτάδι, το βουνό στεκόταν μπροστά μας πιο επιβλητικό από ποτέ: Ένας τεράστιος τοίχος λάβας, ύψους πάνω από 1.300 μέτρα, με τους παγετώνες του κρατήρα Kibo να γυαλίζουν σαν ξυράφια στην κορυφή.

Ήταν φανερό ότι το Κιλιμάντζαρο είχε αποφασίσει να δοκιμάσει την αντοχή μας.

Το καταφύγιο Kibo, σε υψόμετρο 4.700 μέτρων, είναι ένα αφιλόξενο και επιβλητικό μέρος, περιτριγυρισμένο από ένα απόκοσμο τοπίο. Το άγονο, πετρώδες έδαφος εκτείνεται σε κάθε κατεύθυνση, με την επιβλητική κορυφή Kibo να δεσπόζει από πάνω, με τους παγετώνες της να λάμπουν στο κρύο, λεπτό αέρα. Ο αέρας εδώ είναι δροσερός και τσουχτερός, και ο άνεμος συχνά σφυρίζει μέσα από το καταφύγιο, προσθέτοντας στην αίσθηση της απομόνωσης και του μεγαλείου. Το καταφύγιο, αν και βασικό, προσφέρει μια σύντομη ανάπαυλα από τα σκληρά στοιχεία έξω. Καθώς πέφτει η νύχτα, ο ουρανός μεταμορφώνεται σε μια εκθαμβωτική έκθεση αστεριών, μια υπενθύμιση του απέραντου σύμπαντος και της μικρότητας της παρουσίας μας σε αυτό το μεγαλειώδες βουνό.

Λίγο αργότερα, στο δείπνο, ρωτήσαμε τους εαυτούς μας πώς αισθανόμαστε, γνωρίζοντας ότι το άμεσο μέλλον μας εξαρτιόταν από τις απαντήσεις μας. Και εκεί, στο παγωμένο καταφύγιο, μέσα στο χάος της συζήτησής μας, ο οδηγός μας μπούκαρε μέσα. Μας κοίταξε και τους δύο στα μάτια και ρώτησε, “Πώς νιώθετε;” Αφού άκουσε τις απαντήσεις μας, δήλωσε, “Είναι αποφασισμένο. Θα ανέβουμε στην κορυφή απόψε.” Δεν θυμάμαι καμία σοβαρή αντίρρηση, αλλά θυμάμαι πολύ καλά τι τόνισε με έμφαση: “Είστε κουρασμένοι, και το ξέρω. Αλλά εκεί πάνω, δεν θα σας πάει το σώμα σας στην κορυφή. Θα σας πάει η θέλησή σας. Αυτό είναι το μόνο που σας χωρίζει από την κορυφή.” Το ραντεβού δόθηκε για τις 22:00 στο καταφύγιο για τσάι. Θα ξεκινούσαμε αμέσως.

ΗΜΕΡΑ 5 – ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ

Φτάσαμε στο καταφύγιο Kibo στις 16:00  όπου προσπαθήσαμε να ξεκουραστούμε λίγο, ενώ ακούγαμε τον άνεμο να χτυπά αλύπητα όποιον τολμούσε να βγει έξω από τις καλύβες του καταφυγίου. Σίγουρα, κάποια στιγμή, σκεφτήκαμε κάτι πολύ κλισέ σε τέτοιες περιστάσεις: “Τι στο καλό κάνω εδώ;” Ξυπνήσαμε στις 22:00, βγήκαμε από τους ζεστούς υπνόσακους για τσάι και επιβεβαιώσαμε με τον οδηγό μας ότι ήμασταν έτοιμοι για την κατάκτηση της κορυφής αρχίζοντας την κατάλληλη προετοιμασία.

Στη συνέχεια πριν ξεκινήσουμε μετρήσαμε τα επίπεδα οξυγόνου μας, τα οποία είχαν ήδη πέσει σε ανησυχητικά επίπεδα, μεταξύ 78-82%. Ήμασταν πλήρως ενήμεροι ότι καθώς θα ανεβαίναμε ψηλότερα, τα επίπεδα οξυγόνου μας πιθανότατα θα έπεφταν σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα, ενδεχομένως φτάνοντας στο 70-75% όταν θα φτάναμε στην κορυφή, θέτοντάς μας σε σημαντικό κίνδυνο σοβαρής νόσου του υψομέτρου. Αυτή η κατάσταση, γνωστή ως Οξεία Νόσος του Υψομέτρου (AMS), μπορεί να οδηγήσει σε απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές όπως πνευμονική εμβολή ή εγκεφαλικό οίδημα αν δεν αντιμετωπιστεί σωστά. Οι κίνδυνοι ήταν υψηλοί και οι πιθανές συνέπειες σαφείς.

Παρά την πολύ πραγματική πιθανότητα καταστροφικών προβλημάτων υγείας, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου εγκεφαλικού ή πνευμονικής ανεπάρκειας, πήραμε τη γενναία απόφαση να συνεχίσουμε. Ξέραμε ότι κάθε βήμα προς την κορυφή ήταν ένα στοίχημα με τα όρια του σώματός μας, ειδικά επειδή είχαμε επιλέξει να συνεχίσουμε χωρίς να πάρουμε το φάρμακο που χρησιμοποιείται συνήθως για την πρόληψη της νόσου του υψομέτρου. Αυτή η απόφαση δεν λήφθηκε ελαφρά τη καρδία. Οδηγήθηκε από την αμετακίνητη αποφασιστικότητά μας να φτάσουμε στην κορυφή και την εμπιστοσύνη μας στη δύναμη της προετοιμασίας και της αντοχής μας. Αντιμέτωποι με τέτοιους δύσκολους κινδύνους, αγκαλιάσαμε την πρόκληση, γνωρίζοντας ότι αυτό ήταν το απόλυτο τεστ της αντοχής, της θέλησης και του θάρρους μας.

Φυσικά, όπως είναι συνηθισμένο σε τέτοιες στιγμές, ως αρχηγός της ομάδας, ένιωσα την έμπνευση να εκφωνήσω το παραδοσιακό εμψυχωτικό λόγο πριν την αναχώρηση. Αμφιβάλλω αν ο συναθλητής μου, ο Γιάννης, άκουσε ή ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα, καθώς οι σκέψεις μας ήταν πλέον επικεντρωμένες στην επιβίωση. Έτσι, ξεκινήσαμε…

Αναχωρήσαμε στις 23:00 για το Gilman’s Point, στα 5.640 μέτρα, όπου αναρριχηθήκαμε στην απότομη βραχώδη πλαγιά χρησιμοποιώντας χέρια και πόδια. Οι πρώτες ώρες πέρασαν μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, καθώς η πυκνή νέφωση κάλυπτε ό,τι λίγο φως φεγγαριού υπήρχε. Η θερμοκρασία επιδείνωσε την κατάσταση, πέφτοντας περίπου στους δεκατέσσερις βαθμούς κάτω από το μηδέν. Το οξυγόνο παρέμενε ελάχιστο και οι συνολικές συνθήκες ήταν δύσκολες. Η μόνη θέα ήταν οι μπότες του ατόμου μπροστά μας και η μόνη μας έγνοια ήταν να διατηρήσουμε έναν σταθερό ρυθμό—pole-pole , βήμα βήμα, ανάσα ανάσα—προσπαθώντας να μην χάσουμε κανένα πολύτιμο γραμμάριο οξυγόνου, προσανατολιζόμενοι στο αχανές σκοτάδι με μόνο τους φακούς στο κεφάλι μας να μας καθοδηγούν και να μας βοηθούν να αποφύγουμε τους γκρεμούς.

Λίγο μετά την εκκίνηση, ξεκίνησαν άλλες πέντε ομάδες των 3-7 ατόμων η καθεμία. Κοιτάζοντας πίσω, βλέπαμε τους φακούς τους να αναβοσβήνουν καθώς ανέβαιναν. Οι μισοί από αυτούς, σε κάποιο σημείο, αποφάσισαν ότι δεν είχαν τις δυνάμεις να συνεχίσουν και γύρισαν πίσω, κάτι που δεν ήταν ενθαρρυντικό για εμάς.

Όταν τελικά ανέτειλε ο ήλιος, μας αντάμειψε με ένα εκπληκτικό θέαμα. Το Mawenzi, η χαμηλότερη κορυφή, και η κοιλάδα Marangu από κάτω λούστηκαν σε ένα κόκκινο φως από το φρέσκο πρωινό φως. Άξιζε να σταματήσεις για να το θαυμάσεις, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα πάγωνες. Τι μέρος, Θεέ μου… Αλλά μόλις τελείωνες να θαυμάζεις το Mawenzi και τη θέα του και γύριζες το κεφάλι σου βορειότερα, σε χτυπούσε ένα κύμα μελαγχολικής απογοήτευσης: Η κορυφογραμμή του κρατήρα Kibo φαινόταν ακόμα αδύνατο να φτάσεις, υψωνόταν κάθετα πάνω από τα κεφάλια μας σαν ένα τεράστιο, όρθιο αγγούρι. Λες και δεν είχαμε περπατήσει δέκα ώρες, ούτε εκατό μέτρα… Συνεχίσαμε, αργά και σταθερά, βυθισμένοι στις σκέψεις μας. Ο κ. Σέλεσμαν, ο Τανζανός αρχηγός της αποστολής μας, συνέχιζε να τραγουδάει δυνατά, καθαρά και επαγγελματικά τραγούδια του βουνού για να μας εμψυχώσει να μην τα παρατήσουμε. Ο ρυθμός κάθε βήματος είχε επιβραδυνθεί σε βασανιστικό βαθμό, απαιτώντας τουλάχιστον 10 δευτερόλεπτα ανά βήμα και ένα διάλειμμα κάθε πέντε μέτρα για να πάρουμε ανάσα, καθώς η έλλειψη οξυγόνου έκανε το στήθος μας να νιώθει σαν να εκρήγνυται. Πλέον, τα συμπτώματα της νόσου του υψομέτρου ήταν πολύ έντονα, με ισχυρούς πονοκεφάλους, ναυτία και συνεχή διάθεση για διάρροια.

Ο χρόνος περνούσε, και οι ανάσες και τα βήματα γίνονταν πιο βαριά. Ήταν τόσο εύκολο να πεις: “Άει στο διάολο, αρκετά! Πάγωσα, βαρέθηκα, κουράστηκα.” Να κάνεις στροφή και να αφήσεις το Κίλι πίσω σου, να γελάει σαρκαστικά μαζί σου… “Νάτος άλλος ένας που τα παράτησε.” Κι όμως, ακόμα και σε εκείνο το πιο δύσκολο κομμάτι πριν τον κρατήρα, όπου η ανηφόρα ήταν σαν να περπατούσες σε λαδωμένη τσουλήθρα, δεν πιστεύω ότι κανένας από εμάς το σκέφτηκε καν αυτό.

Κανείς δεν ήθελε να χάσει το ραντεβού.

Σε όλη αυτή τη σκληρή διαδρομή, ήμασταν τυχεροί που είχαμε στο πλευρό μας τον Γιώργο Ράιο, τον Έλληνα οδηγό μας. Η αδιάλειπτη υποστήριξή του και η ενθάρρυνσή του ήταν ανεκτίμητες, ειδικά στις πιο δύσκολες στιγμές. Ο Γιώργος ήταν κάτι περισσότερο από οδηγός. Ήταν μια συνεχής πηγή κινήτρων, μας υπενθύμιζε γιατί ξεκινήσαμε αυτή την περιπέτεια και μας ωθούσε να συνεχίσουμε όταν οι ψυχικές μας δυνάμεις εξαντλούνταν. Η βαθιά γνώση του για το βουνό και η ικανότητά του να προβλέπει τις ανάγκες μας έκαναν τη διαφορά. Με κάθε βήμα, ο Γιώργος ήταν εκεί, προσφέροντας συμβουλές, μοιράζοντας τις δυσκολίες μας και διασφαλίζοντας ότι δεν θα χάσουμε ποτέ τον στόχο μας. Χωρίς την καθοδήγησή του και την ακούραστη πίστη του στην ικανότητά μας να πετύχουμε, η κατάκτηση της κορυφής θα ήταν πολύ πιο δύσκολη. Είμαστε βαθιά ευγνώμονες για την αφοσίωσή του και τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε στην επιτυχία αυτού του ταξιδιού.

Φτάσαμε στο Gilman’s Point την κορυφή  του Κιλιμάντζαρο στις 08:00, στα 5.681 μέτρα υψόμετρο, εκεί που λίγοι άνθρωποι έχουν φτάσει. Όταν φτάσεις εκεί, θεωρητικά, μπορείς να αρχίσεις τα πανηγύρια, αλλά η απόλυτη εξάντληση του σώματός σου δεν σου επιτρέπει να χαρείς ούτε αυτή την μεγαλειώδη στιγμή.

Σε αυτό το σημείο, κάναμε ένα διάλειμμα για να θαυμάσουμε την απίστευτη θέα, κυριολεκτικά αγκομαχώντας για ανάσα καθώς κοιτάζαμε τον τεράστιο κρατήρα Kibo, να εκτείνεται στα πόδια μας—μια αχανής, επίπεδη χωμάτινη έκταση που κάποτε κόχλαζε από τη φωτιά της γης. Το θέαμα με το παρθένο  σημείο στο Gilman’s Point ήταν μοναδικό. Στη συνέχεια, αφού πήραμε ανάσα και συγκεντρώσαμε δύναμη και θάρρος, ετοιμαστήκαμε για την κατάβαση.

Ακουμπήσαμε την ταμπέλα της κορυφής, πήραμε τις απαραίτητες φωτογραφίες παρατηρώντας τις υπόλοιπες ομάδες να ανεβαίνουν, και κάπου εκεί, ο χρόνος πάγωσε. Στο μυαλό μας έγινε ένα τρελό rewind, φέρνοντας μαζί τόσες εικόνες: από την ανάβαση στο λούκι του Μύτικα στον Όλυμπο, μέχρι την σκληρή προετοιμασία, ένα σωρό χαρτιά και πράγματα για το ταξίδι, τη φασαρία και τη βαβούρα των προετοιμασιών, τις φάτσες μας στο αεροδρόμιο. Ένα συνονθύλευμα συναισθημάτων ήρθε σε ένα δευτερόλεπτο και έκλεισε πίσω μας σαν πόρτα. Φυσικά, αγκαλιαστήκαμε, κλάψαμε, και πήραμε τηλέφωνο τους αγαπημένους μας ανθρώπους. Αλλά η πιο δυνατή στιγμή ήταν όταν ο καθένας μας, μόνος του, βρήκε εκείνες τις στιγμές να κάτσει σε μια πέτρα της κορυφής παρέα με τη σιωπή του. Γιατί στο βουνό, όπως και στη ζωή, πολύ συχνά χρειάζεσαι αυτή τη σιωπή. Λίγο πριν σηκωθείς να φύγεις, ακούς για τελευταία φορά τον ψίθυρο: “Τα κατάφερες, μπαγάσα…” και ξεκινάς για την επιστροφή.

Το να φτάσεις στο Gilman’s Point στα 5.681 μέτρα ήταν σαν να μπαίνεις σε έναν άλλο κόσμο. Η θέα ήταν εκπληκτική—τεράστιοι πάγοι και χιονισμένες εκτάσεις εκτείνονταν στον κρατήρα Kibo, λαμπυρίζοντας κάτω από το πρωινό φως. Κάτω, μια θάλασσα από σύννεφα εκτεινόταν πυκνή και χαμηλή, κάνοντάς σε να νιώθεις σαν να στέκεσαι στην κορυφή της Αφρικής, πολύ πάνω από τον κόσμο. Ο κρύος, καθαρός αέρας, σε συνδυασμό με το εντυπωσιακό, παγωμένο τοπίο, δημιούργησε μια σκηνή γαλήνιας αλλά ταυτόχρονα δέους, μια στιγμή που ένιωθες ταπεινός και ενθουσιασμένος ταυτόχρονα.

Αγγίζοντας αυτή την κορυφή, νιώσαμε μια απίστευτη αίσθηση ολοκλήρωσης. Ολοκληρώνοντας αυτή τη φοβερή δοκιμασία, καταφέραμε να ξεπεράσουμε όλες τις τρομερές δυσκολίες που μπορεί να επιφέρει μια τέτοια δοκιμασία.

Ήταν μια συνεχής μάχη με τους εαυτούς μας, με τις προκλήσεις του υψομέτρου, της κούρασης και της εξάντλησης, αλλά το συναίσθημα κατάκτησης ενός τόσο εκπληκτικού στόχου μας αντάμειψε πέρα από κάθε μέτρο.

Σίγουρα, κάπου στον κόσμο, υπάρχουν μέρη περισσότερο ή λιγότερο όμορφα από το Κιλιμάντζαρο. Βουνά που είναι ευκολότερα ή δυσκολότερα, χαμηλότερα ή ψηλότερα. Άνθρωποι που μοιάζουν στους Τανζανούς φίλους μας ή δεν μοιάζουν καθόλου. Το σίγουρο είναι, για εμάς που είχαμε την τύχη να πάμε εκεί μαζί σαν ομάδα και να ζήσουμε αυτό που ζήσαμε, ότι κανένα άλλο ταξίδι δεν θα είναι σαν αυτό. Μοναδικό και ανεπανάληπτο. Κάποια πράγματα, τα βλέπεις, τα ζεις και τα αισθάνεσαι μια φορά. Και το Κίλι είναι ένα από αυτά. Η δύναμή του, η ενέργειά του, η ψυχή του γίνεται δικιά σου όταν πατήσεις το χώμα του. Το γιγάντιο βουνό της Αφρικής συμβολίζει την ελευθερία και την ελπίδα για έναν ολόκληρο λαό. Όταν πας, μην ξεχάσεις να κάνεις αυτό που λένε οι ντόπιοι: “Χαμογέλα στο βουνό, και το βουνό θα σου χαμογελάσει πίσω!”

Επιστρέψαμε στο καταφύγιο Kibo στα 4.700 μέτρα στις 16:00 την ίδια μέρα, αλλά λόγω της έλλειψης οξυγόνου, αποφασίσαμε να αλλάξουμε το σχέδιό μας. Η συντριπτική εξάντληση και ο κίνδυνος βαθύ ύπνου σε τόσο μεγάλο υψόμετρο, σε συνδυασμό με τον ανεπαρκή εγκλιματισμό, μας δημιούργησαν σοβαρές ανησυχίες. Φοβηθήκαμε ότι στην βαθιά κουρασμένη κατάστασή μας, ίσως να μην καταφέρουμε να  ξυπνήσουμε λόγω των επικίνδυνα χαμηλών επιπέδων οξυγόνου, με πιθανό αποτέλεσμα την πνευμονική εμβολή ή το εγκεφαλικό. Με αυτά κατά νου, πήραμε τη συνετή απόφαση να κατέβουμε στο καταφύγιο Horombo στα 3.700 μέτρα, όπου θα μπορούσαμε να περάσουμε τη νύχτα με μεγαλύτερη ασφάλεια, φτάνοντας εκεί τα μεσάνυχτα της ίδιας ημέρας.

ΗΜΕΡΑ 6:

Την επόμενη ημέρα κατεβήκαμε στο καταφύγιο Mandara στα 2.700 μέτρα υψόμετρο, όπου κάναμε μια σύντομη στάση για ξεκούραση και στη συνέχεια συνεχίσαμε την κατάβαση μέχρι την είσοδο του πάρκου, στο Marangu, στα 1.780 μέτρα υψόμετρο στις 16:00.

Μετά από ένα γρήγορο ντους στο τοπικό ξενοδοχείο, αναχωρήσαμε για την είσοδο του χωριού Marangu, όπου, μετά από μια διαδρομή 5 χιλιομέτρων σε χωματόδρομο, φτάσαμε στο δημοτικό σχολείο του χωριού, όπου μας υποδέχθηκαν δάσκαλοι και μαθητές, μας ξενάγησαν στις εγκαταστάσεις και ανακοίνωσα μια  δωρεά  για την κατασκευή τουαλετών για τους μαθητές και την υιοθεσία του σχολείου για την αναβάθμιση των εγκαταστάσεών του.

Καθώς φτάσαμε στο δημοτικό σχολείο, η σκληρή πραγματικότητα της φτωχής, ξεχασμένης Αφρικής έγινε επώδυνα εμφανής. Οι εγκαταστάσεις ήταν σε τραγική κατάσταση—αίθουσες χωρίς ηλεκτρισμό ή παράθυρα, τουαλέτες χωρίς νερό ή ρεύμα, και χωρίς παιδική χαρά. Η αυλή του σχολείου ήταν λασπώδης, γεμάτη με πέτρες, και μακριά από τους ασφαλείς, καθαρούς χώρους που τα δικά μας παιδιά θεωρούν δεδομένους. Κι όμως, παρά αυτές τις αδιανόητες συνθήκες, τα παιδιά μας υποδέχτηκαν με τραγούδια, με τα πρόσωπά τους φωτισμένα από αληθινή ευτυχία και χαρά. Ήταν σπαρακτικό να βλέπεις τα χαμόγελά τους, γνωρίζοντας ότι ζουν σε συνθήκες εκατό χρόνια πίσω από τον δικό μας δυτικό κόσμο.

Αυτή η επίσκεψη με γέμισε με βαθιά μελαγχολία και απογοήτευση. Πώς μπορούν οι πλουσιότερες χώρες του κόσμου να παραμένουν αμέτοχες ενώ αυτά τα παιδιά, και τόσα άλλα σε όλη την Αφρική, αφήνονται να υποφέρουν τέτοιες δυσκολίες; Το μέλλον τους είναι αβέβαιο, σημαδεμένο από την έλλειψη ευκαιριών, δουλειών και βυθισμένο στη φτώχεια. Η δωρεά μας, αν και ένα μικρό βήμα, είναι μια δέσμευση για τη βελτίωση της ζωής αυτών των ανθεκτικών παιδιών. Στόχος μας είναι να τους δώσουμε μια αχτίδα ελπίδας, μια σπίθα χαράς, και τη δυνατότητα για ένα πιο φωτεινό μέλλον—ένα μέλλον όπου θα μπορούν να ακμάσουν, όχι απλά να επιβιώσουν. Πρέπει να κάνουμε περισσότερα, συλλογικά, για να σηκώσουμε αυτά τα παιδιά από την απελπισία και να τα οδηγήσουμε σε έναν κόσμο γεμάτο δυνατότητες.

ΗΜΕΡΑ 7 και 8:

Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο και στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε στο αεροδρόμιο Kilimanjaro στην Arusha για την αναχώρησή μας για την Ελλάδα.

Αντηχήσεις του Κιλιμάντζαρο: Ένα Ταξίδι Μεταμόρφωσης και Αντοχής

Καθώς επιβιβαζόμασταν στην πτήση για το σπίτι, ένα βαθύ κύμα συναισθημάτων μας περιέβαλε—εξάντληση από την επίπονη ανάβαση, αλλά και ένα βαθύ και συντριπτικό αίσθημα επιτυχίας και ευγνωμοσύνης. Η Αφρική άγγιξε τις ψυχές μας με τρόπους που δεν είχαμε ποτέ φανταστεί, αφήνοντας ένα ανεξίτηλο σημάδι που θα είναι για πάντα χαραγμένο στις καρδιές μας. Οι αναμνήσεις από τα μαγευτικά της τοπία, τη ζεστασιά των ανθρώπων της και τη βαθιά σύνδεση που νιώσαμε με αυτή την αρχαία γη είναι πλέον μέρος της ίδιας μας της ύπαρξης.

Αυτή η περιπέτεια ήταν πολύ περισσότερο από ένα απλό σωματικό ταξίδι. Ήταν μια μεταμορφωτική οδύσσεια που αναδιαμόρφωσε την κατανόησή μας για την ανθεκτικότητα, τόσο στη φύση όσο και μέσα μας. Το Κιλιμάντζαρο μας προκάλεσε, μας έσπασε, και μετά μας ξανάχτισε πιο δυνατούς, πιο αποφασιστικούς, και πιο συντονισμένους με τη σιωπηλή δύναμη που βρίσκεται μέσα μας. Καθώς αφήνουμε αυτόν τον ιερό τόπο, το κάνουμε όχι απλώς ως ορειβάτες που έφτασαν στην κορυφή, αλλά ως άτομα που έχουν αλλάξει για πάντα από το πνεύμα του βουνού και τα μαθήματα που μας προσέφερε. Οι αντηχήσεις των προκλήσεων του Κιλιμάντζαρο θα συνεχίσουν να αντηχούν μέσα μας, καθοδηγώντας μας σε κάθε βήμα της ζωής μας, υπενθυμίζοντάς μας ότι είμαστε ικανοί να ξεπεράσουμε οποιοδήποτε εμπόδιο, όσο αξεπέραστο κι αν φαίνεται.

Καθώς αναλογιζόμαστε αυτό το απίστευτο ταξίδι, η βαθύτερη ευγνωμοσύνη μας πηγαίνει στον κ. Σέλεσμαν, τον Τανζανό αρχηγό της αποστολής μας, του οποίου η αδιάκοπη καθοδήγηση και το μεταδοτικό πνεύμα μας κρατούσαν σε κίνηση ακόμη και στις πιο σκοτεινές στιγμές. Τα τραγούδια του βουνού και η ενθάρρυνσή του ήταν μια σανίδα σωτηρίας όταν το χρειαζόμασταν περισσότερο. Είμαστε επίσης απέραντα ευγνώμονες στους αχθοφόρους, των οποίων τα χαμόγελα, η υπομονή και η φιλική διάθεση έκαναν αυτό το δύσκολο ταξίδι όχι μόνο δυνατό αλλά και αξέχαστο. Η δύναμη και η αφοσίωσή τους ήταν οι αφανείς ήρωες της επιτυχίας μας και τους είμαστε για πάντα ευγνώμονες που μας βοήθησαν να φτάσουμε στην κορυφή.

Scroll to Top